Πριν μόλις λίγες δεκάδες λεπτών και καθώς η γλώσσα μου βρεχόταν από τις πυκνές φυσσαλίδες του αγαπημένου μου μαρτινισπράιτ αγχολυτικού, συνειδητοποίησα ότι εκείνα τα λίγα δευτερόλεπτα self-care και κωλοβαρέματος αποκτούσαν σχεδόν μεταφυσικές ιδιότητες μετά από μια μέρα αγωνιώδους τρεξίματος για ζητήματα που δε δίνω δεκάρα τσακιστή. Και κάπως έτσι κατάλαβα για ποιο λόγο ο αλκοολικός γίνεται αλκοολικός, ο ναρκομανής ναρκομανής, ο κτηνοβάτης κτηνοβάτης κοκ. Αφού έκανα, λοιπόν, μια γρήγορη νοητική φυλλομέτρηση στο βιβλίο των ανθρώπινων διαστροφών, επανήλθα στην απτή πραγματικότητα από τις τρυφερές αποδοκιμασίες των φίλων μου που μου θύμισαν ότι στο μπαρ δε βρισκόμουν για να κοιτάζω αποσβολωμένος το άπειρο και να αναλύσω στο μυαλό μου την ανθρώπινη συμπεριφορά με τον πλέον άχρηστο τρόπο.
Με το βλέμμα της παστωμένης σαρδέλας που με διακρίνει και έχοντας την αδιάσειστη πεποίθηση ότι αυτό το βλέμμα θα συνεχίσει να χρωματίζει το πρόσωπο μου μέχρι να πεθάνω (όπως ακριβώς συμβαίνει και με τη σαρδέλα πριν παστωθεί δηλαδή), με μια χαρακτηριστική, ελαφριά δυσφορία ξέρασα τη μοιραία ψευδοχιουμοριστική τριπλέτα "ποιος; που; τι;" προσπαθώντας να διασκεδάσω τις εντυπώσεις. Μάταια -άλλωστε, ποιος διασκεδάζει πια με καλουπωμένο χιούμορ; Το μαρτίνι (ή η σπράιτ;) συνέχισε να μου τσιτσιρίζει τη γλώσσα και η ζωή στο μπαρ συνέχισε όπως η ζωή σε όλα τα γεμάτα μπαρ του κόσμου τούτου, όπου τα βλέμματα, οι σιλουέττες, οι αγκώνες και τα ποτήρια θυμίζουν την κίνηση στις εθνικές οδούς το Δεκαπενταύγουστο. Και κάπου εκεί, καθώς κατευθυνόμουν προς τη μπάρα έτοιμος να φιλοδωρήσω το ρεμάλι μέσα μου με ένα ακόμη αλκοολούχο ρόφημα, ο ποταπός δισκοθέτης του άθλιου αυτού καπηλιού θεώρησε δόκιμο να γλιστρήσει στη σχισμή το 'Achtung Baby' των U2 και δη να πιέσει δώδεκα (12) φορές το 'skip forward' ώστε να φτάσει εκεί που δεν έπρεπε να φτάσει -στο 'Love is blindness'. Ως, λοιπόν, ένας δυνητικός ξεφλεβιασμένος και νιώθωντας τις τρίχες μου να σηκώνονται σαν κεραίες στον ουρανό (GYBE), θρυμμάτισα το αρχικό μου action plan για ένα ποτήρι γεμάτο βότκα διαλυμμένη στη δηκτική μυρωδιά του λεμονιού και σιγουρεύτηκα ότι μια μέρα σαν κι αυτή με μια υπόκρουση σαν κι αυτή, το πιο συνεπές προς τις αρχές μου σχετικά με τη μη φρονιμότητα θα ήταν να ποτίσω το αίμα μου με το γνωστό Σκωτσέζικο δηλητήριο, σκέτο. Χωρίς πάγο, χωρίς κοκακόλα, χωρίς φλωριές.
I am going, I am going…
Where streams of whisky are flowin'(έχω την εντύπωση ότι μου βγήκε πολύ φορτωμένο ετούτο εδώ το κείμενο)